Σήμερα του Αγίου Βαλεντίνου, καρδούλες, λουλούδια, αρκουδάκια, σοκολατάκια, έρωτες παντού. Πάντα επίκαιρο και το σινεμά, μας κατακλίζει με ρομαντικές κομεντί και ρομαντικά δράματα, όπου, εξαιρετικά απλοϊκά, ένα αγόρι και ένα κορίτσι γνωρίζονται, ερωτεύονται, κάτι πάει στραβά και χωρίζονται, κάπου – κάπως – κάποτε τα ξαναβρίσκουν ή αν πρόκειται για δράμα, κάποιος πεθαίνει. Κάπου στην πορεία της ταινίας θα δούμε το ζευγάρι να φιλιέται με πάθος, να γδύνουν ο ένας τον άλλο, να κάνουν σεξ.
Αυτά συμβαίνουν τώρα. Δεν ήταν όμως πάντα έτσι τα πράγματα. Ο έρωτας, ο ερωτισμός, και το σεξ δεν ήταν πάντα κοινές καθημερινές σκηνές, ρουτίνας σχεδόν, στον Κινηματογράφο. Πολλά ακόμα ζητήματα ήταν ταμπού κάποτε, όπως η βία, το έγκλημα, η παρανομία, η βλασφημία, η βωμολοχία, η ομοφυλοφιλία, ο ρατσισμός, ο πόλεμος.
Στην Αμερική, λοιπόν, από το 1930 μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του ’60, στην παραγωγή ταινιών επικατρούσε αυτό που έχει μείνει στην ιστορία ως Κώδικας Hays ή, επίσημα, the Motion Picture Production Code, και ουσιαστικά ήταν κατευθυντήριες οδηγίες για την διαφύλαξη της ηθικής στο σινεμά.
Τι κάψα ήταν αυτή που τους είχε πιάσει τους Αμερικανούς για την ηθική και την ανηθικότητα και το σινεμά;
Πώς άρχισαν όλα
Η ιστορία άρχισε τη δεκαετία του 1920, όταν ο βωβός κινηματογράφος είχε πάρει τα πάνω του και οι παραγωγοί, σκηνοθέτες, και ηθοποιοί ζούσαν γλυκιά ζωή.
Από τη μία γυρίζονταν τολμηρές ταινίες, με ημίγυμνες ηθοποιούς, βρισιές, και σεξουαλικά υπονοούμενα, και από την άλλη το ένα σκάνδαλο ακολουθούσε το άλλο, με πιο χαρακτηριστικό τον βιασμό της νεαρής ανερχόμενης – και μεθυσμένης επί του συμβάντος, την περίοδο της ποτοαπαγόρευσης – ηθοποιού Virginia Rappe από τον πασίγνωστο κωμικό Roscoe “Fatty” Arbuckle.
Αυτά προκαλούσαν αντιδράσεις και ανησυχίες ως προς την απουσία ηθικής στον χώρο του σινεμά, ενώ ταυτόχρονα οι λογοκρισίες και τα πρόστιμα έδιναν και έπαιρναν.
Κάπου εδώ να σημειώσουμε ότι το 1915 το Supreme Court της Αμερικής είχε λάβει την απόφαση ότι το δικαίωμα της Ελευθερίας του Λόγου δεν αφορούσε τις ταινίες, και άρα η λογοκρισία ήταν απόλυτα επιτρεπτή.
Η αρχή – Πριν τον Κώδικα
Για να μπορέσει να διαχειριστεί την κατάσταση η MPPDA (Motion Picture Producers and Distributors of America) αποφάσισε να εκδόσει έναν οδηγό με συστάσεις για τους κινηματογραφιστές (“The Formula”), ο οποίος το 1927 αντικαταστάθηκε από μία λίστα με συγκεκριμένες παρατηρήσεις, τα “Don’ts and Be Carefuls”. Τη λίστα αυτή αποτελούσαν 11 θέματα που έπρεπε να αποφεύγουν οι δημιουργοί και 26 θέματα που θα έπρεπε να διαχειρίζονται με ιδιαίτερη προσοχή.
Ενδεικτικά, κάποια από τα 11 ήταν το σεξ, γενικώς, το σεξ συγκεκριμένα μεταξύ λευκών και μαύρων, τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, η προσβολή του έθνους, η προσβολή του κλήρου και της εκκλησίας. Ενδεικτικά κάποια από τα 26 ήταν η χρήση της σημαίας του έθνους, η χρήση όπλων, ο βιασμός, η χρήση απαγορευμένων ουσιών, οι χειρουργικές επεμβάσεις.
*Το 1927, δηλαδή, απαγορευόταν να προβάλεις αμοιβαία επιθυμητό, συναινετικό σεξ ανάμεσα σε ένα ζευγάρι που αγαπιέται, αλλά μπορούσες, με λίγο τακτ και καλό γούστο, να δείξεις έναν άντρα να βιάζει μία γυναίκα. Με τακτ. Και καλό γούστο. Νννναι.*
Ο Κώδικας
Το 1930, τα μεγάλα κεφάλια των στούντιο παραγωγής, ένας καθολικός δημοσιογράφος, και ένας Ιησουίτης κληρικός, μαζευτήκανε και συντάξανε τον Κωδίκα.
Ο Κώδικας αποτελείτο από δύο μέρη, ένα Γενικό, με γενικές συστάσεις για την αποφυγή ανήθικου περιεχομένου, και ένα Ειδικό, με συγκεκριμένες οδηγίες για τα θέματα που πρέπει να αποφεύγονται.
Πέρα από το να απαγορεύει, ο Κώδικας προωθούσε την απεικόνιση και την αφοσίωση στις καλές και ηθικές παραδοσιακές αξίες.
Έτσι, πρόσωπα κύρους έπρεπε πάντα να αντιμετωπίζονται με σεβασμό από τα πρόσωπα της ταινίας, οι κληρικοί δεν έπρεπε ποτέ να είναι αστείοι ή γελοίοι ή κακοί, και το σεξ εκτός γάμου ήταν από αδιάφορο και χωρίς πάθος, ως φριχτό. Ο Κώδικας δεν ήταν ποτέ επίσημα και ξεκάθαρα καθολική προπαγάνδα, αν και ο κόσμος το’ χε τούμπανο κι αυτοί κρυφό καμάρι, που λέει και η παροιμία.
Εφαρμογή
Η εφαρμογή του Κώδικα αρχικά συνάντησε δυσκολίες. Οι ταινίες ήταν πάρα πολλές, ενώ οι ελεγκτές/ λογοκριτές/ εφαρμοστές του Κώδικα ήταν πολύ λίγοι. Η «Μεγάλη Ύφεση», όπως κάθε κρίση σε μία κοινωνία, είχε δημιουργήσει απελπισμένους αγανακτισμένους οργισμένους ανθρώπους που δίψαγαν για ταινίες βίαιες, απρεπείς, ακραίες. Οι “ανήθικες”, λοιπόν, ταινίες είχαν εμπορική επιτυχία. Και φυσικά, υπήρχαν και τα λογικά επιχειρήματα, όπως πώς θα θίξει κάποιος δημιουργός μείζοντα θέματα της επικαιρότητας ή της ιστορίας, π.χ. την ανερχόμενη ναζιστική κυβέρνηση της Γερμανίας, αν είναι απαγορεύμενο να μιλάει για βιαιοπραγίες, πολέμους, επαναστάσεις;
Το 1934 δημιουργήθηκε ένα όργανο εφαρμογής του Κώδικα, το Production Code Administration (PCA), με πρόεδρο τον Joseph I. Breen, ο οποίος ήταν και αυστηρότατος και τυπικότατος στη δουλειά του, ως το 1954 οπότε και βγήκε στη σύνταξη. Επί της θητείας του Breen έγινε υποχρεωτικό το πιστοποιητικό PCA για την κυκλοφορία και προβολή των ταινιών.
Η φθορά
Προοδευτικά στη δεκαετία του 1950, η εφαρμογή του Κώδικα άρχισε να χαλαρώνει και τα πιστοποιητικά δίνονταν κάπως πιο εύκολα, όπως στην ταινία Anatomy of a Murder (1959), ενώ μερικά στούνιο, επέλαγαν να κυκλοφορήσουν τις ταινίες τους χωρίς να έχουν το πιστοποιητικό PCA, όπως η κλασική κωμωδία Some like it hot (1959).Οι λόγοι για την χαλαρότητα αυτή ήταν, πέρα από την συνταξιοδότηση του αυστηρού Breen, ο μεγάλος ανταγωνισμός του κινηματογράφου από την επερχόμενη τηλεόραση, η εξέλιξη της κοινωνίας που έπαψε πια να θεωρεί κάποια θέματα ταμπού, αλλά και η επιρροή από εισαγόμενες ταινίες και η τόλμη των νέων σκηνοθετών.
Ακόμα και δικαστικά είχε επιτραπεί η διανομή και προβολή ξένων ταινιών, οι οποίες φυσικά δεν ήταν υποκείμενες στον Κώδικα.
Κατάργηση
To 1966 o Κώδικας καταργήθηκε και επισήμως, αντικαταστάθηκε όμως με μία λίστα 11 συστάσεων, με βασικό γνώμονα τα τρέχοντα κοινωνικά πρότυπα και το καλό γούστο, ενώ για πρώτη φορά δόθηκε σε ταινία η ταμπελίτσα «κατάλληλο για ενηλίκους» (“suggested for mature audiences” – SMA).
Και κάπως έτσι, με την ταμπέλα SMA, ξεκίνησε το σύστημα ταξινόμησης καταλληλότητας των ταινιών σε G – general audiences – κατάλληλο για όλους, Μ – mature audiences – κατάλληλο επιθυμητή η γονική συναίνεση, R – restricted – κατάλληλο απαραίτητη η γονική συναίνεση, και X – sexually explicit content – κατάλληλο μόνο για ενηλίκους.
Για την ιστορία, το 1972 το Μ μετατράπηκε σε PG – parental guidance suggested, το 1984 μεταξύ PG και R προστέθηκε το PG – 13, και το 1990 το Χ έγινε NC – 17.
2017 πλέον, ας απολαύσουμε την ελευθερία του λόγου στο σινεμά, και ας δούμε ταινίες με έρωτα, σεξ, βία, πόλεμο, επανάσταση, γκέι ζευγάρια, ναρκωτικά, κακούς παπάδες, μικρά παιδιά.
Γιατί το σινεμά δεν υπάρχει μόνο για να μας κάνει να νιώθουμε καλά, αλλά για να νιώθουμε κάτι, και να σκεφτόμαστε.
*Ο Κώδικας, για όποιον θέλει να τον διαβάσει
Κείμενο: Ελένη Παπαρίζου