Το ντοκιμαντέρ με τίτλο “Η Πράξη του Φόνου” (The Act of Killing) του Τζόσουα Οπενχάιμερ (Joshua Oppenheimerρίχνει φως στη σφαγή ενός εκατομμυρίου ανθρώπων στην Ινδονησία την περίοδο 195 – 1966 από τους άντρες του Σουχάρτο για να επιβληθεί η στρατιωτική του δικτατορία. Όποιοι αντιδρούσαν θεωρούνταν “κομμουνιστές” και εκτελούνταν.

Ένα απαραίτητο κακό για να επιβληθεί η οικονομική Νέα Τάξη του αχαλίνωτου καπιταλισμού στην Ινδονησία χωρίς ταραχές και εξεγέρσεις. Ιδιωτικοποιήσεις των κοιτασμάτων της χώρας, κρατική απορρύθμιση και περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες επιβλήθηκαν ταχύτατα, καθώς το πέπλο του τρόμου είχε απλωθεί για τα καλά σε όλη την κοινωνία μετά απ’ αυτή την αιματοχυσία.

Άλλωστε δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στα πρώτα λεπτά του ντοκιμαντέρ οι αρχικοί τίτλοι που κάνουν μια εισαγωγή για τη σφαγή έχουν φόντο ένα εμπορικό κέντρο, μια πινακίδα των McDonalds και ένα περιστρεφόμενο κουτί που διαφημίζει ένα ρόφημα. Αυτό που καθιστά αμφιλεγόμενο και πρωτότυπα σοκαριστικό αυτό το ντοκιμαντέρ είναι ότι οι σφαγές περιγράφονται από τους θύτες και όχι από τα θύματα.

Παραστρατιωτικοί βασανιστές επί 2,5 ώρες όχι απλώς περιγράφουν τα εγκλήματα που διέπραξαν με τα ίδια τους τα χέρια, αλλά τα αναπαριστούν κιόλας με κιτς κοστούμια, έντονα μακιγιαρίσματα, μάσκες, γυρίσματα σε εξωτικά τοπία και στούντιο με σενάριο γραμμένο από τους ίδιους.

Ο κύριος πρωταγωνιστής εν ονόματι Ανουάρ Κονγκό (Anwar Congoθέλει να μιμηθεί τα δύο του μεγάλα είδωλα τον Μάρλον Μπράντο και τον Αλ Πατσίνο, γι’ αυτό δε διστάζει να βάψει τα μαλλιά του μαύρα για τις ανάγκες των γυρισμάτων. Εκτός από τον ίδιο παραστρατιωτικοί φίλοι του, γνωστοί τους, γείτονές τους, ακόμα και παιδιά συμμετέχουν σε διάφορα κινηματογραφικά είδη που έχει επιλέξει ως επί το πλείστον ο Ανουάρ, όπως ταινίες δράσης, γκανγκσερικές, άγριας δύσης, μιούζικαλ, μαύρες κωμωδίες, δραματικές και ρομαντικές.

Δεν είναι καθόλου παράδοξο το ότι τέτοιου είδους σκηνές γυρίστηκαν σε αυτή τη χωρά αν αναλογιστεί κανείς ότι όλοι γνωρίζουν και έχουν αποδεχτεί τα γεγονότα του ‘65. Όλοι μιλούν ανοιχτά για αυτά τα εγκλήματα εκτός από τις οικογένειες των θυμάτων. Η γενοκτονία αυτή είναι ένα ανοιχτό μυστικό.

Καθώς, όμως, γυρίζονται αυτές οι σκηνές ένα συμπέρασμα αναδύεται από έναν εκτελεστή. Όταν ολοκληρωθεί αυτό το ντοκιμαντέρ θα διαψευστεί η προπαγάνδα τόσων χρόνων ότι οι κομμουνιστές ήταν οι απάνθρωποι της ιστορίας. Έχουν περάσει 40 χρόνια από τότε που έγιναν αυτά τα εγκλήματα όποτε δεν είναι πρόβλημα για τους ίδιους, μιας και έχουν παραγραφεί, άλλα είναι για την ιστορία. Ενώ συμπληρώνει…

Δυστυχώς έχει δίκιο. Τους δόθηκε η ελευθερία να κάνουν όλα αυτά τα αποτρόπαια εγκλήματα και δεν έχουν τιμωρηθεί μέχρι στιγμής. Τουναντίον, απολαμβάνουν μια άνετη ζωή με τις οικογένειες τους.

Οι περισσότεροι παραστρατιωτικοί που συμμετέχουν στο ντοκιμαντέρ ανήκουν στην Pansacila Youth, την πιο ξακουστή παραστρατιωτική οργάνωση της Ινδονησίας, η οποία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις εκτελέσεις των κομμουνιστών. Τόσο οι ίδιοι όσο και η κοινωνία έχουν προσδώσει στα μέλη της τον χαρακτηρισμό γκάνγκστερς. Σύμφωνα με τα μέλη της οργάνωσης η λέξη «γκάνγκστερ» είναι ένας θετικός χαρακτηρισμός που προέρχεται από την αγγλική λέξη “free men“. Ένας ορισμός που είναι απόλυτα βάσιμος, καθώς οι γκάνγκστερς είναι κακοποιά στοιχεία που έχουν την ελευθερία να κάνουν ό,τι επιθυμούν με τις ευλογίες της πολιτείας.

Όπως παρουσιάζεται και στο ντοκιμαντέρ είναι εμπλέκονται σε κάθε είδους δραστηριότητες, μερικές από τις οποίες είναι η παροχή προστασίας σε κυβερνητικά πρόσωπα και μαγαζιά, το λαθρεμπόριο και ο εκφοβισμός ιδιοκτητών μαγαζιών, κυρίως Κινέζων, με σκοπό να τους αποκομίζουν χρηματικά ποσά.

Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της Ινδονησίας οι γκάνγκστερς είναι άνθρωποι που δουλεύουν εκτός συστήματος, μιας και το έθνος χρειάζεται «ελεύθερους ανθρώπους». Και προσθέτει, “Άν όλοι δούλευαν για το κράτος θα ήταν ένα έθνος γραφειοκρατών και δε θα ερχόταν τίποτα εις πέρας. Χρειαζόμαστε τους ιδιωτικούς ελεύθερους άντρες για να κάνουν πράγματα”. Εύκολα συμπεραίνει κανείς ότι οι γκάνγκστερς επί δεκαετίες αποτελούν τη ραχοκοκκαλιά της ινδονησιακής κοινωνίας, πάνω απ’ όλους και απ’ όλα.

Ο σκηνοθέτης καταφέρνει να καταγράψει εκτός από τη διαδικασία των γυρισμάτων και τον αντίκτυπό τους στον Ανουάρ, ο οποίος τα παρακολουθεί έπειτα στο σπίτι του. Βλέποντας μάλιστα το τελευταίο γύρισμα που έπαιξε το θύμα μιας ανάκρισης, κλαίει και αναρωτιέται αν έχει αμαρτήσει και αν τώρα όλα όσα έχει κάνει έρχονται πίσω σε αυτόν.

Κατ’ εμέ αυτό το ντοκιμαντέρ είναι ό, τι πιο σκληρό, αμφιλεγόμενο και τολμηρό έχω δει έως τώρα. Ένας άνθρωπος που έχει προξενήσει τόσο πόνο γύρω του έρχεται να οπτικοποιήσει στο κοινό τη φρίκη που ο ίδιος είχε προκαλέσει πριν 40 χρόνια. Ιδιαίτερα σκληρές είναι οι αναπαραστάσεις των ανακρίσεων, η μαζική σφαγή σε ένα χωριό και οι εικόνες παιδιών που δεν υποκρίνονται, αλλά κλαίνε στην πραγματικότητα.

Το ντοκιμαντέρ αυτό απογείωσε την καριέρα του Οπενχάιμερ, καθώς έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό κερδίζοντας πολυάριθμα βραβεία σε φεστιβάλ απ’ όλον τον κόσμο. Μερικά από αυτά είναι το βραβείο Καλύτερου Ντοκιμαντέρ στα BAFTA Awards και στα Asia Pacific Screen Awards. Εκτός των άλλων ήταν υποψήφιο και για βραβείο Όσκαρ στην κατηγορία καλύτερου ντοκιμαντέρ. Το 2014 δημιούργησε τη συνέχεια αυτού του ντοκιμαντέρ με τίτλο “Η Όψη της Σιωπής” (The Look of Silence), που πραγματεύεται τη συνάντηση του αδερφού ενός θύματος της δικτατορίας με τους αμετανόητους εκτελεστές του.


Κείμενο: Παρασκευή Ελ Μαγκούτ

Εγγραφείτε στο newsletter του ART.harbour

Δεν στέλνουμε spam! Διαβάστε την πολιτική απορρήτου μας για περισσότερες λεπτομέρειες.

Kindle Χωρίς διαφημίσεις

1 ΣΧΟΛΙΟ

Εσύ τι λες;

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ