Για τη Λωξάντρα η ζωή είναι ένα γλέντι, ένα τραπέζι φορτωμένο με πεσκέσια, ένας αγώνας να κρατηθεί αναμμένη η φλόγα στην καρδιά.
Ήμουν στην πρώτη τάξη του Γυμνασίου όταν έπιασα στα χέρια μου τη Λωξάντρα. Λίγα ήξερα για την Πόλη, ελάχιστα για τους ανθρώπους της και τα βάσανα όλων εκείνων που έφτασαν στο λιμάνι του Πειραιά μετά το ’22. Ένας διαγωνισμός βιβλίου ανάγκασε εμένα και δύο φίλες και συμμαθήτριές μου να μοιραστούμε μια δεκάδα βιβλία και να μιλήσουμε γι’ αυτά. Ανάμεσα σ’ εκείνα που μου αναλογούσαν ήταν και το μυθιστόρημα – semi -βιογραφία – της Μαρίας Ιορδανίδου που εκδόθηκε το 1998. Η τότε έκδοση που μου δόθηκε από τη δανειστική βιβλιοθήκη του σχολείου ήταν ένα μπαμπάτσικο βιβλίο 200+ σελίδων, όπως ακριβώς και η ζωή της Λωξάντρας.
Ακόμη κι αν δεν κερδίσαμε κάποιο βραβείο, η ιστορία αυτής της γυναίκας χαράχτηκε στο μυαλό μου, και μαζί μ’αυτήν μέρος της ιστορίας της νεότερης Ελλάδας και τα έθιμα και τα ήθη ενός σημαντικού μέρους τους πληθυσμού της χώρας. Κι έτσι, πολλά χρόνια αργότερα, έφτασα στο Κατράκειο Θέατρο Νίκαιας μια Παρασκευή του Ιούνη να παρακολουθήσω – στη σκηνή αυτή τη φορά – τη Λωξάντρα σε μεταφορά Άκη Δήμου και σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη.
Όπως δηλώνει η ίδια η συγγραφέας, κάποιοι χαρακτήρες είναι φανταστικοί, κάποια περιστατικά επίσης, κάποια όμως είναι πέρα για πέρα αληθινά και πρώτη η ηρωίδα, η δυναμική και καλόκαρδη Λωξάντρα. Η Μαρία Ιορδανίδου έχοντας ζήσει νεαρή στην Κωνσταντινούπολη, τοποθετεί στο κέντρο του βιβλίου της την πολυαγαπημένη της Πολίτισσα γιαγιά και αποδίδει με κάθε λεπτομέρεια τη ζωή μια μικροαστικής ελληνικής οικογένειας· τις παραδόσεις, την ντοπιολαλιά, μα πάνω απ’ όλα τις γεύσεις και τις μυρωδιές, τα υλικά και τα φαγητά. Αυτό ακριβώς ήταν η ζωή της Λωξάντρας, ένα τραπέζι που όλους τους μουσαφίρηδες χωρούσε κι όλους τους έδιωχνε με τα στομάχια γεμάτα λιχουδιές και τις καρδιές γεμάτες αγάπη.
Μα “με Τούρκους αλισφερίσι δεν είχε” λέει στο βιβλίο, τους από πάνω, τους πλούσιους και τους κυβερνόντες, στους ρωμιομαχαλάδες που κατοικούσε, όμως, όλη μέρα ήταν μαζί τους και συναναστρεφόταν με τους μανάβηδες και τους μικροπωλητές, Τούρκοι, Έλληνες, Κούρδοι κι Αρμένιοι όλοι ειρηνικά ζούσαν φιλώντας ο ένας τον άλλον στα χέρια. Στο τραπέζι αυτής της κυράς όλοι ήταν ευπρόσδεκτοι, με φαγιά, τραγούδια και χορούς οι μέρες στην αρχή ήταν ευτυχισμένες.
Η μαγεία του ανοιχτού θεάτρου το φέρνει πρώτο σε κάθε σύγκριση με όποια χειμερινή σκηνή. Μπαίνοντας, τα “καμαρίνια” που είναι το πίσω μέρος της σκηνής με τραβούν να βγάλω μια φωτογραφία με το φως του ήλιου ακόμα εκεί ψηλά. Σε λίγο, ο ήλιος άρχισε να δύει, ο κόσμος να συγκεντρώνεται με τα μπροστινά και κεντρικά καθίσματα να γεμίζουν πρώτα, μετά τα πλαϊνά μετά τα πιο ψηλά διαζώματα… Η σκηνή έτοιμη με ένα μεγάλο τραπέζι στρωμένο – όπως ακριβώς θα φανταζόμουν το σκηνικό που θα ‘θελε να έχει στα πόδια της η Λωξάντρα. Το πρώτο κουδούνι, το δεύτερο, και το τρίτο, ενώ το θέατρο έχει γεμίσει πια, ο ήλιος έχει δύσει και τα φώτα περιορίζονται στη σκηνή. Ένα σφίξιμο στο στομάχι με προετοίμασε για όλα όσα θα συνέβαινα στο σανίδι· γέλιο μέχρι δακρύων, απογοήτευση, αγανάκτηση, συμπάθεια, θλίψη για τη μοναξιά και την απώλεια, μα και για τη θύμηση των ιστορικών εκείνων γεγονότων που δεν αρμόζει να ξεχαστούν.
Στο κέντρο του έργου τίθεται φυσικά η Λωξάντρα (Ελένη Κοκκίδου), μία καπάτσα, ζουμερή και τσαχπίνα γυναίκα. Η θρυλική κοκόνα από την Πόλη μέσα σε 120λ θα καταφέρει να μας βάλει στον πυρήνα της ζωής της, στον χώρο και τον χρόνο των γεγονότων, στις έννοιες και τα βάσανα, αλλά και τις χαρές των παιδιών της και όσων την περιτριγυρίζουν· γιατί η Λωξάντρα όλο με κόσμο είναι κι όλο τους φιλεύει κατιτί.
Από συμβουλές μαγειρικής μέχρι ερωτικής χημείας η κεντρική ηρωίδα σε κάνει να δεθείς μαζί της, να γελάσεις και σίγουρα σε κακομαθαίνει σα να ‘σαι κι εσύ ένας από τους καλεσμένους της. Αυτό που ξεχωρίζει στη Λωξάντρα, τον χαρακτήρα της οποίας τόσο υπέροχα αποτυπώνει η ηθοποιός Ελένη Κοκκίδου, είναι η αγάπη· αγάπη για την οικογένειά της, για την Πόλη, για τη μαγειρική, για το τραγούδι και τη χαρά, αγάπη για τη ζωή! Πάνω απ’ όλα η Λωξάντρα θέλει να ζήσει!
Η παράσταση δίνει στον θεατή κάτι που έχει ανάγκη σε κάθε εποχή, μια υπενθύμιση πως οι γυναίκες είναι χαρισματικά και δυναμικά πλάσματα που μπορούν να κινήσουν και βουνά ακόμη αν χρειαστεί. Είναι μία μαρτυρία όλων όσων βίωσαν οι άνθρωποι που ήρθαν πρόσφυγες σε ξένο τόπο λησμονώντας την πατρίδα τους και των παθών που πέρασαν προσπαθώντας να κρατήσουν αναμμένη τη φλόγα στην καρδιά τους.
Τα σκηνικά μεταλλάσσονται όσο αλλάζουν οι θεματικές σκηνές του έργου, από το πρώτο αγαπημένο σπίτι στην Πόλη μεταφερόμαστε στην Καστέλλα στον Πειραιά, από το υπόγειο στο δώμα, κι από την τραπεζαρία στο χαμάμ… Υπεύθυνη τόσο για τα σκηνικά όσο και για τα κοστούμια που άψογα αποτυπώνουν την εποχή μα και την ταυτότητα των ηρώων, είναι η Έρση Δρίνη. Η σκηνοθεσία του Σωτήρη Χατζάκη δένει τον ταλαντούχο θίασο με το κείμενο και μαζί με τη μουσική του Ανδρέα Κατσιγιάννη, την υπέροχη φωνή της Σοφίας Παπάζογλου σε γνωστά κι αγαπημένα τραγούδια, μάς μεταφέρουν σε μια εποχή περασμένη που οι περισσότεροι ζήσαμε μέσα από αφηγήσεις των παλαιότερων.
Οι ηθοποιοί αποτελούν μία επιτυχημένη αλυσίδα, όπου ο καθένας ανεβάζει το έργο σε ένα ποσοστό υψώνοντάς το σε μία καλοδουλεμένη παράσταση – η Λωξάντρα άλλωστε παιζόταν στην Αθηναϊκή σκηνή πολύ καιρό πριν ξεκινήσει η φετινή καλοκαιρινή της περιοδεία. Στο κέντρο του τραπεζιού η Ελένη Κοκκίδου ως Λωξάντρα και στο πλάι της ο Γιώργος Αρμένης ως ο αγαπημένος της Δημητρός. Ένα ζευγάρι ζηλευτό που δεν έπαψε ποτέ να επικοινωνεί και να δίνει ο ένας στον άλλον τις απαντήσεις που αναζητά. Η αγάπη του Δημητρού και της Λωξάντρας, μα και η μοίρα που τους έφερε μαζί είναι ένα ακόμη κεντρικό σημείο του έργου, με τη δεύτερη να κρατά γερά τη ζωή της ηρωίδας. Στην καρδιά της βασιλεύει η συντροφικότητα και η φροντίδα για τους άλλους μα από τη μια στιγμή στην άλλη χάνει τους αγαπημένους της νιώθοντας την απώλεια να τη γονατίζει μέρα με τη μέρα και τη μοναξιά να παίρνει τα ηνία μιας γεμάτης ζωής.
Οι Μιχάλης Μητρούσης, Ευαγγελία Μουμούρη, Χρύσα Παπά, Κατερίνα Αντωνιάδου, Χρήστος Ζαχαριάδης, Αλεξάνδρα Καρακατσάνη, Γιάννης Κουκουράκης, Αλεξία Μουστάκα, Κοραλία Τσόγκα, Σόλων Τσούνης, Αλμπέρτο Φάις, Μαρία Χάνου και Χριστίνα Ψάλτη συμπληρώνουν τον πολυπληθή και επιτυχημένο θίασο.
Η Λωξάντρα είναι μια παράσταση γεμάτη χιούμορ, ατάκες που ξεκλειδώνουν τον αυθορμητισμό του θεατή που θέλει να χασκογελάσει σαν μικρό παιδί, μα και ιδιαίτερα έντονη συναισθηματικά με τις αναθυμιάσεις του παρελθόντος – που μόνο μακρινό δεν είναι από το σήμερα – τον πόνο, τη δυστυχία και τις θυσίες τόσων ανθρώπων που έζησαν την απώλεια στο πετσί τους φέρνει έναν κόμπο στον λαιμό που όλη η γλύκα του μπακλαβά από τα χεράκια της κοκόνας της Πόλης δεν μπορεί να εξαλείψει.
Μα η Λωξάντρα ξέρει καλά, κι αυτό θα σε διδάξει, πως η αγάπη είναι το μυστικό υλικό για κάθε επιτυχημένη συνταγή
View this post on Instagram
Ταυτότητα παράστασης
Βασισμένη στο μυθιστόρημα της Μαρίας Ιορδανίδου
Θεατρική μεταφορά: Άκης Δήμου
Σκηνοθεσία: Σωτήρης Χατζάκης
Σκηνικά-Κοστούμια: Έρση Δρίνη
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Χορογράφος: Δήμητρα Γρατσιούνη
Βοηθός σκηνοθέτη: Κωνσταντίνος Κυριακού
Φωτογράφος: Μαριλένα Αναστασιάδου
Οργάνωση Παραγωγής: Ντόρα Βαλσαμάκη
Παραγωγή: Θεατρικές επιχειρήσεις Τάγαρη
Προβολή και Επικοινωνία εντός Αττικής: Βάσω Σωτηρίου-We Will
Προβολή και Επικοινωνία εκτός Αττικής: Μαργαρίτα Σίσιου
Πρωταγωνιστούν:
Ελένη Κοκκίδου, Γιώργος Αρμένης, Μιχάλης Μητρούσης, Ευαγγελία Μουμούρη, Χρύσα Παπά
Συμμετέχουν αλφαβητικά οι: Κατερίνα Αντωνιάδου, Χρήστος Ζαχαριάδης, Αλεξάνδρα Καρακατσάνη, Γιάννης Κουκουράκης, Αλεξία Μουστάκα, Κοραλία Τσόγκα, Σόλων Τσούνης, Αλμπέρτο Φάις, Μαρία Χάνου, Χριστίνα Ψάλτη
«Τραγουδίστρια Ευθαλία» η Σοφία Παπάζογλου
Μουσική: Ανδρέας Κατσιγιάννης