Ένας αγώνας ενάντια στα γρανάζια της γραφειοκρατίας, τη μοναξιά και την απομόνωση. Η ανάγκη για συντροφικότητα.
Μόλις το προηγούμενο βράδυ ήρθε στο email μου η πρόσκληση για μία ακόμη πρεμιέρα. Ο Πύργος του Franz Kafka θα ανέβαινε στη σκηνή του Σύγχρονου Θεάτρου στο Γκάζι σε διασκευή της Έλσας Ανδριανού και σκηνοθεσία Ορέστη Τάτση. Ο αγαπημένος μου συγγραφέας θα έπαιρνε σάρκα και οστά. Είναι μεγάλη πρόκληση η δραματοποίηση ενός τόσο σπουδαίου λογοτεχνικού έργου όπως Ο Πύργος. Αναρωτιόμουν πόσο καλά θα μπορούσε να αποτυπωθεί η απεγνωσμένη προσπάθεια για διέξοδο στη σκηνή ενός θεάτρου.
Το πρώτο βιβλίο του Kafka που έπιασα στα χέρια μου ήταν Η Μεταμόρφωση κι εγώ ήμουν στο Γυμνάσιο. Θυμάμαι πως το τέλος του βιβλίου με βρήκε συνοφρυωμένη με πρόσωπο γεμάτο απορία “μα τι λέει τώρα τούτος εδώ”. Μετά τα σχολείο, χρόνο με τον χρόνο η βιβλιοθήκη μου μεγάλωνε, η καφκική μου συλλογή συμπληρώθηκε, και η λατρεία μου για τον συγγραφέα ήταν πια βέβαιη. Η Δίκη είναι μέχρι σήμερα ένα από τα πιο συγκλονιστικά βιβλία που έχω διαβάσει· ένας εφιάλτης από τον οποίο δεν μπορείς – τελικά – να ξεφύγεις ποτέ από τη στιγμή που ξεκίνησες την ανάγνωση· γιατί πια ξέρεις, ότι σε κοινωνίες σαν αυτή Η Δίκη θα είναι πάντα ο βάλτος που ρουφούσε, μάς ρουφά και θα μάς ρουφά στον πάτο.
Όταν μετακόμισα στην Πράγα κατάλαβα ότι αυτή η πόλη είναι γεμάτη Kafka! Ακόμη κι αν ο ίδιος δεν έγραψε στα Τσέχικα, αλλά επέλεξε τη Γερμανική ως γλώσσα των έργων του, η πόλη αυτή έχει σε κάθε γωνιά της, μέσα στην ομορφιά της, και την ασφυξία της λογοτεχνίας του αγαπημένου μου συγγραφέα.
Ο Kafka ζητούσε απεγνωσμένα την αποδοχή· πρώτα από τον πατέρα του και μετά από το σύστημα, που τον κατάπινε και τον ξερνούσε κάθε στιγμή της καθημερινότητάς του στο γραφείο όπου εργαζόταν. Σε όλα του τα έργα περιγράφεται έμμεσα η ανάγκη του να ανήκει και ταυτοχρόνως η απέχθειά του για τη γραφειοκρατία και τον ακατανόητο τρόπο που λειτουργεί η κρατική μηχανή.
Το 1926 εκδίδεται το βιβλίο του με τίτλο Das Schloß (Ο Πύργος).
Ο κύριος Κ. ανάστατος φτάνει σε ένα χωριό της επικράτειας του Πύργου διορισμένος ως Χωρομέτρης – ή τουλάχιστον έτσι πιστεύει. Η αλάνθαστη διοίκηση, το γράμμα του νόμου, η γραφειοκρατία τον πολεμούν μέχρι να τον συντρίψουν. Εκείνος αντιστέκεται σθεναρά· προσπαθεί να χτίσει μια νέα ζωή πάνω σε νέα δεδομένα. Όμως, όλοι όσους συναντά δεν είναι παρά γρανάζια του κρατικού μηχανισμού ή το λάδι που τα βοηθά να κινηθούν.
Ο Kafka ξεκίνησε τη συγγραφή του βιβλίου τον Ιανουάριο του ’22 και δυστυχώς πέθανε πριν προλάβει να ολοκληρώσει το έργο του. Σκοπός τους ήταν – όπως εκμυστηρεύτηκε στον φίλο του Max Brod – το τέλος να βρίσκει τον κύριο Κ. στο κρεβάτι του λίγο πριν πεθάνει όπου ενημερώνεται από τον Πύργο ότι το αίτημά του να ζήσει και να εργασθεί στην επικράτειά του δεν ήταν έγκυρο, όμως, του επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση η παραμονή και εργασία εκεί. Οι πρώτες του σελίδες στα χειρόγραφα ήθελαν τον ήρωα να μιλά σε α’ πρόσωπο, στη συνέχεια, όμως, η αφήγηση έγινε τριτοπρόσωπη.
Ο Πύργος είναι απρόσιτος στους απλούς πολίτες. Ακόμα κι αν όλοι πασχίζουν να φτάσουν και να γευτούν λίγη από την εξουσία του, ελάχιστοι το καταφέρνουν κι ακόμη αν αυτό συμβεί και τελικά εισέλθουν, αμφίβολο είναι αν έχουν πραγματικά εξασφαλίσει μία θέση ανάμεσα στους άλλους.
Λόφοι ολόκληροι με χαρτούρα, κούτες γεμάτες έγγραφα, σφραγίδες, σημειώσεις, ενδείξεις ότι η κρατική μηχανή δουλεύει ρολόι, αποδείξεις ότι τίποτα δε λειτουργεί πραγματικά ορθά και ουσιαστικά, όλα βουλιάζουν στους λάκκους της γραφειοκρατίας και της τυπολατρίας. Την ίδια στιγμή, οι αρμόδιοι αρνούνται επιδεικτικά να παραδεχθούν τα λάθη του κράτους επαινώντας και δοξάζοντάς το για την έννομη και εύρυθμη λειτουργία του.
Η διασκευή της Έλσας Ανδριανού με τη συμβολή του θιάσου και του σκηνοθέτη Ορέστη Τάτση έδωσε στο κείμενο μία χαρακτηριστική ελαφρότητα που διευκόλυνε εμφανώς τη ροή της ιστορίας και την παρακολούθησή της από το κοινό, διατηρώντας όμως όλα τα έντονα σημεία της καφκικής γραφής. Η γραφή του Kafka σε όλα του τα έργα ανεξαιρέτως εξασφαλίζει μία βαριά ατμόσφαιρα σαν ένα ταβάνι γεμάτο υγρασία που ολοένα κατεβαίνει και κοντεύει να πλακώσει τους πρωταγωνιστές. Σε άλλες περιπτώσεις, το δωμάτιο μικραίνει επικίνδυνα, οι τοίχοι πλησιάζουν απειλητικά ο ένας τον άλλον εγκλωβίζοντας τους ήρωες, μα και οι ήρωες ακόμη συρρικνώνονται και καταλήγουν κουκκίδες σε ένα χάος εγγράφων.
Το κείμενο διαθέτει συνοχή, χιούμορ σε αρκετά σημεία και κυρίως σοβαροφάνεια, αυτό ακριβώς το στοιχείο που ο Kafka χρησιμοποιεί με μαεστρία ώστε να σατιρίσει μέσα από το έργο του τον Πύργο και τους παρατρεχάμενους. Αυτόν τον στόχο του προωθούν με ιδιαίτερη επιτυχία η σκηνοθεσία και η ερμηνεία των ηθοποιών.
Ο Ορέστης Τάτσης τοποθετεί το καθετί και τον καθένα εκεί που του πρέπει ώστε να δωθεί στον θεατή με ακρίβεια μία γεύση όχι μόνο από την κατάσταση στον Πύργο, αλλά ουσιαστικά από το μυαλό και την ψυχή του συγγραφέα, του οποίου η γραφή διαθέτει καθαρά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Αξιοποιώντας πλήρως τα σκηνικά του Κωνσταντίνου Ζαμάνη – κατασκευής Λευτέρη Βουρεκά – καταφέρνει να μετατρέψει τον χώρο σε έναν υπηρεσιακό ιστό που εγκλωβίζει τον πρωταγωνιστή. Η σκηνή, ευρύχωρη και μαύρη, είναι πραγματικά ταιριαστή και σε συνδυασμό με τους εξαιρετικούς φωτισμούς της Μελίνας Μάσχα ο θεατής γίνεται επόπτης – δικαστής κάθε πειθαρχικού παραπτώματος έτοιμος να κρίνει, αλλά και να κριθεί όταν ο ήρωας βρίσκεται στον ρόλο του κρινόμενου επί σκηνής. Η μουσική σύνθεση των Κώστα Λώλου και Κώστα Στεργίου ντύνουν τις πιο σιωπηλές σκηνές της παράστασης, ενώ δίνουν έναν πιο δραματικό τόνο στο ύφος του έργου, φέρνοντάς το πιο κοντά στην ψυχοσύνθεση του συγγραφέα.
Το αριστουργηματικό μυθιστόρημα του Franz Kafka ζωντανεύουν επί σκηνής οι ταλαντούχοι ηθοποιοί: Νίκος Γιαλελής, Δημήτρης Μηλιώτης, Ιάκωβος Μηνδρινός, Σεμίνα Πανηγυροπούλου, Ναταλία Στυλιανού, Λυγερή Ταμπακοπούλου Άρης Τρουπάκης. Στη συγκεκριμένη περίπτωση αποδεικνύεται περίτρανα πώς μια δεμένη ομάδα, ένα καλοδουλεμένο έργο, σε συνδυασμό με ταλέντο και αγάπη για το κείμενο φέρνουν το καλύτερο αποτέλεσμα στο σανίδι. Κατά τη γνώμη μου, τα έργα του Kafka κάθε άλλο παρά εύκολο είναι να μεταφερθούν στο θέατρο. Δεδομένης της πολύ συγκεκριμένης θεματολογίας τους και της έλειψης έντονων συναισθηματικών εξάρσεων ή δραματικών σκηνών, ο βαθμός δυσκολίας του να κρατηθεί το ενδιαφέρον του κοινού ζωντανό κατά τη διάρκεια του έργου είναι σαφώς μεγαλύτερος.
Η κίνηση των ηθοποιών – επιμέλειας Πωλίνας Κρεμαστά – η άνεση ή η αμηχανία που επιδεικνύουν ανάλογα με τον ρόλο τους, η επαφή μεταξύ αυτών, ακόμα και τα πολύ εκφραστικά βλέμματά τους ξετυλίγουν μια σειρά συναισθημάτων και επιθυμιών που μία προς μία αφηγούνται την ιστορία. Το μακιγιάζ της Βασιλικής Κήτα και τα κοστούμια της Έλλης Παπαδάκη παίζουν με τη σειρά τους σημαντικό ρόλο, με τα πρόσωπα των γραναζιών της μηχανής βαμμένα λευκά σχεδόν παραδομένα στη μοίρα τους: να δουλεύει η μηχανή πάση θυσία.
Μία πιο συγκεκριμένη μνεία στον Άρη Τρουπάκη που εναλλάξ κάθισε στην καρέκλα του Κοινοτάρχη, του Δασκάλου, του Μόμους και του Έρλανγκερ αποτυπώνοντας ΑΨΟΓΑ τη διόλου χρηστή διοίκηση, την κατάχρηση εξουσίας, την εκμετάλλευση και το τείχος που χωρίζει τον πολίτη από τους από πάνω. Μία από τις πιο χιουμοριστικές σκηνές του έργου είναι η αδυναμία του πρώτου γραμματέα του Κλαμ, του Μόμους, να θυμηθεί τον Χωρομέτρη-πρωταγωνιστή παρά το ότι ο βοηθός τού το υπενθυμίζει συνεχώς. Αυτή, λοιπόν, ακριβώς είναι και η ουσία όλου του έργου εν ολίγοις: όσο κι αν προσπαθείς να μπεις στο σύστημα, το σύστημα θα σε αποβάλει. Αλλά και η λεπτομέρεια που δείχνει το ένα πόδι του Κοινοτάρχη να είναι δεμένο με ένα χοντρό γκρι σκοινί στο σιδερένιο του γραφείο με αποτέλεσμα όπου πηγαίνει να τον ακολουθεί.
Ο Νίκος Γιαλελής είναι ο πρωταγωνιστής κύριος Κ. Είναι ο ανθρωπάκος που προσπαθεί να ανήκει, να διεκδικήσει, να δηλώσει το παρόν, να πάρει τη ζωή του στα χέρια του, μα όπου κι αν στραφεί ένα τείχος υψώνεται μπροστά του. Η παράσταση ξεκινά και ολοκληρώνεται με τη φιγούρα του Κ. κάτω από έναν σχεδόν ανακριτικό προβολέα και τον θεατή να υποθέτει πώς Ο Πύργος είναι εκεί και τον εποπτεύει αφ’ υψηλού. Ο Νίκος Γιαλελής καλείται να είναι παρών σε κάθε λεπτό του έργου ερμηνεύοντας ένα πλούσιο κείμενο με μεγάλη επιτυχία.
Ο Πύργος δε μιλά μονάχα για τη γραφειοκρατία και τα γρανάζια της, θίγει την απομόνωση, την απόρριψη και τη μοναξιά. Ο πρωταγωνιστής αγωνίζεται να γίνει ένα παραγωγικό μέλος του συνόλου, μα μάταια προσπαθεί να παράξει έργο, να δημιουργήσει και να σταθεί δίπλα στους άλλους.
Μήπως τελικά αυτό που αναζητά ο κύριος Κ. είναι συντροφιά; Επικοινωνία;
Η σκηνή στο τέλος της παράστασης σαν μία ερειπωμένη βομβαρδισμένη δημόσια υπηρεσία, μένει στη σιωπή με χαρτιά και κούτες προσεκτικά αριθμημένες να βρίσκονται πεταμένες δεξιά κι αριστερά. Τα παγωμένα σιδερένια ράφια που κρατούσαν τα πάντα οργανωμένα τώρα έχουν χάσει κι αυτά τη θέση τους. Μένεις να αναρωτιέσαι αν τελικά ο κύριος Κ. κατάφερε να νικήσει την κρατική μηχανή ή αν απλώς ένας κύριος Ψ. θα συμμαζέψει τη χαρτούρα, θα γυαλίσει το πάτωμα και το επόμενο πρωί όλα θα ξεκινήσουν να λειτουργούν με τον ίδιο αρρωστημένα βαρετό μα μελετημένο ρυθμό, όπως πάντοτε.
Ακολουθήστε το ART.harbour και κερδίστε Προσκλήσεις για την παράσταση Ο Πύργος!
Ταυτότητα παράστασης
Μετάφραση: Βασίλης Πατέρας*
Διασκευή: Έλσα Ανδριανού**
Σκηνοθεσία: Ορέστης Τάτσης
Σκηνικά: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Κοστούμια: Έλλη Παπαδάκη
Σχεδιασμός φωτισμών: Μελίνα Μάσχα
Επιμέλεια κίνησης: Πωλίνα Κρεμαστά
Μουσική σύνθεση: Κώστας Λώλος – Κώστας Στεργίου
Βοηθός σκηνοθέτη: Ηλέκτρα Μαγγίνα – Θεοδώρα Γεωργακοπούλου
Κατασκευή Σκηνικού: Λευτέρης Βουρεκάς
Φωτογραφίες: Γιάννης Ζινδριλής
Σχεδιασμός Έντυπου Υλικού/ Promo trailer: Παναγιώτης Ανδριανός
Μακιγιάζ: Βασιλική Κήτα
Επικοινωνία: Άρης Ασπρούλης
*Η μετάφραση του Βασίλη Πατέρα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «PRINTA-ΡΟΕΣ»
**Η διασκευή έγινε με τη συμβολή του θιάσου και του σκηνοθέτη Ορέστη Τάτση. Κυκλοφορεί από το περιοδικό «το Έρμα».
ΔΙΑΝΟΜΗ
Κ.: Νίκος Γιαλελής
ΣΒΑΡΤΣΕΡ, ΒΑΡΝΑΒΑΣ: Δημήτρης Μηλιώτης
ΒΟΗΘΟΙ/ΟΣ, ΜΠΥΡΓΚΕΛ: Ιάκωβος Μηνδρινός
ΦΡΙΝΤΑ, ΑΜΑΛΙΑ: Σεμίνα Πανηγυροπούλου
ΞΕΝΟΔΟΧΟΣ ΠΑΝΔΟΧΕΙΟΥ ΚΥΡΙΩΝ/ΓΕΦΥΡΑΣ: Ναταλία Στυλιανού
ΟΛΓΑ, ΠΕΠΗ: Λυγερή Ταμπακοπούλου
ΚΟΙΝΟΤΑΡΧΗΣ, ΔΑΣΚΑΛΟΣ, ΜΟΜΟΥΣ, ΕΡΛΑΝΓΚΕΡ: Άρης Τρουπάκης