Καταρχήν θα ήθελα να σε ευχαριστήσω πολύ που είσαι μαζί μας στο ART.harbour…
Κι εγώ με τη σειρά μου θέλω να σε ευχαριστήσω γι’ αυτήν τη συζήτηση.
Ξέρω ότι, όπως αναφέρεις και στο προσωπικό σου website, ασχολείσαι με τη μουσική από πολύ μικρός, από τα 13 σου χρόνια. Ήταν προσωπική σου επιλογή; Τι σε τράβηξε στον χώρο της μουσικής τότε και με τι πρωτοασχολήθηκες;
Η αρχή μου στη μουσική ήταν με μια μελόντικα που μας ζήτησαν από το σχολείο να πάρουμε (Πέμπτη δημοτικού). Εκεί θυμάμαι κάναμε κόντρες με κάποιους συμμαθητές για το ποιος θα βγάλει τα πιο πολλά τραγούδια. Μετά, όταν ήμουν 13, ο πατέρας μου με ρώτησε αν θέλω να μου πάρει ένα ακορντεόν για να μάθω μουσική. Δεν το σκέφτηκα καν, η απάντηση ήταν άμεση και καταφατική.
Η μουσική για εμένα ήταν η πιο μεγάλη μου ανακάλυψη ως παιδί. Νομίζω ότι δεν την επέλεξα στην πραγματικότητα. Μάλλον αυτή με επέλεξε…
Μπορεί ένα παιδί 13 μόλις χρόνων, να πει «μου αρέσει η μουσική, αυτό θέλω να κάνω!» και τελικά όντως να το κάνει;
Ηταν από τότε (και ακόμη είναι) το αγαπημένο μου παιχνίδι. Από όταν ξεκίνησα να πηγαίνω στο ωδείο είχα μια «περίεργη» οικειότητα με τις νότες. Αισθανόμουν ότι τις γνώριζα ήδη παρόλο που ήμουν αρχάριος. Ποτέ δεν μου αρκούσε το μάθημα που μου έβαζε ο δάσκαλος και πάντα προχωρούσα παρακάτω στην ύλη που έβαζε. Όποτε έβρισκα την ευκαιρία αγόραζα βιβλία με γνωστά κομμάτια.
Οπότε η απάντηση στην ερώτησή σου είναι προφανώς «ναι». Η μουσική μού άρεσε ακόμη και πριν τη μάθω.
Να σου πω στο σημείο αυτό, ότι είμαι πολύ χαρούμενη που ξανασυναντιόμαστε μετά από μία δεκαετία με τελείως διαφορετικούς ρόλους. Με αφορμή, λοιπόν, αυτό θα ήθελα να μας πεις δυο λόγια για την εποχή της «Διδασκαλίας»… Τι σου έδωσε αυτή η περίοδος και κυρίως τι σε έκανε να αποχωρήσεις και να περάσεις στην εποχή της «Σύνθεσης»;
Η περίοδος της διδασκαλίας ήταν μεγάλη. Ξεκίνησε με το που πέρασα στο πανεπιστήμιο στη Θεσσαλονίκη και σταμάτησε στα 45 μου χρόνια. Αυτα είναι 27 χρόνια διδασκαλίας. Τα πρώτα χρόνια ήταν πιο δύσκολα, μιας και ανακάλυπτα συνεχώς τη λειτουργία της διδασκαλίας. Βέβαια είχα πάντα αναζητήσεις για το πώς μπορώ να πάω τη δουλειά μου ένα βήμα παρακάτω, και σύντομα, το να είμαι δάσκαλος σε παιδιά ήρθαν να συμπληρώσουν η διδασκαλία και τα σεμινάρια σε δασκάλους του χώρου μου. Μετά απο κάποια χρόνια μάλιστα ανέλαβα και την καλλιτεχνική διεύθυνση του τομέα μου στο Ωδείο Φίλιππος Νάκας όπου δούλευα. Τότε (1995) ο τομέας μου είχε καποιες χιλιάδες μαθητές σε όλη την Ελλάδα και ο χώρος των ωδείων ανθούσε, μιας και τα περισσότερα παιδιά μάθαιναν μουσική. Από όλα αυτά τα χρόνια της διδασκαλίας έμαθα πολλά, αλλά χαίρομαι πολύ γιατί προσέφερα και πολλά. Εχω πολλούς μαθητές στους οποίους ενέπνευσα τη χαρά του να ασχολείσαι με τη μουσική, και αυτό με ικανοποιεί.
Όμως έπρεπε να συνεχίσω το δρόμο μου. Και αυτός είναι ο δρόμος της δημιουργίας. Και ακριβώς επειδή η σύνθεση θέλει αφιέρωση έπρεπε να επιλέξω. Να προλάβω να κάνω αυτά που πάντα ήθελα και να κάνω μια αξιοπρεπή παρουσία ως συνθέτης.
Ένα άλλο πολύ σημαντικό σημείο που αξίζει να εστιάσουμε είναι ότι δεν κατοικείς πλέον στην Αθήνα, έχεις μετακομίσει στην επαρχία, σωστά;
Ναι, πραγματικά. Φύγαμε με τη Σοφία, τη σύζυγό μου, και εδώ και 4 χρόνια περίπου ζούμε στα Φάρσαλα.
Μια τέτοια απόφαση τι σημαίνει για έναν καλλιτέχνη; Κάνει τη δουλειά του ευκολότερη ή δυσκολότερη;
Στην πορεία της ζωής μου ένα πράγμα έγινε πολύ ξεκάθαρο… ότι η ποιότητα της ζωής καθορίζεται από το χρόνο. Αν έχεις χρόνο έχεις και ποιότητα ζωής. Η Αθήνα είναι μια πόλη που σου τρώει τον χρόνο και την ενέργεια. Έπίσης έχει και υψηλό κόστος ζωής, οπότε η ανάγκη για βιοπορισμό δεν αφήνει σοβαρά περιθώρια για δημιουργία. Εδώ μπορώ με χαμηλότερο κόστος ζωής να κερδίσω χρόνο και είμαι πολύ ευχαριστημένος μ’ αυτό.
Τώρα, η Αθήνα δεν παύει να είναι ένα κέντρο όπου θα μπορούσα να «προωθήσω» τη μουσική μου, πράγμα που στην επαρχία είναι μάλλον ανέφικτο. ‘Ομως η ουσία είναι ότι το βήμα πριν την προώθηση είναι η δημιουργία, και είμαι ικανοποιημένος που βρίσκομαι σε αυτό το στάδιο.
Σε μία προσωπική μας κουβέντα μού ανέφερες ότι είσαι «ένας εργάτης της μουσικής που χωρίς να έχει “μέσα” δημιουργεί τέχνη». Κάτι τέτοιο πιστεύεις, στην οικονομική του διάσταση, τείνει να αποτελέσει τη νέα πραγματικότητα για τους Έλληνες δημιουργούς;
Αυτή η πραγματικότητα δεν ήταν και ποτέ διαφορετική. Η μουσική είναι μια απαιτητική οικονομικά τέχνη μιας και ο εξοπλισμός που απαιτείται είναι πανάκριβος και κάθε κάποια χρόνια ζητάει ανανέωση. Οπότε δεν ήταν ποτέ εύκολο αν δεν είχες καποια οικονομική επιφάνεια…
Εκτός από τα δύο πασίγνωστα κομμάτια του Μίκη Θεοδωράκη – Βρέχει στη Φτωχογειτονιά & Φαίδρα – έχεις «πειράξει» και το Καίγομαι των Ξαρχάκου και Γκάτσου και το δημοτικό τραγούδι 40 Παλικάρια. Πώς επιλέγεις τα τραγούδια που θα διασκευάσεις; Υπάρχει κάποια συνοχή στην επιλογή από θέμα σύνθεσης ή ήχων για παράδειγμα;
Ό, τι διασκευάζω έχει να κάνει με αποφάσεις της στιγμής… κάποιο τραγούδι ή κάποια μελωδία που μου αρέσει. Η βασική μου επιδίωξη είναι η διαφορετική έκφραση της ίδιας πραγματικότητας, η άλλη «οπτική γωνία». Όλα αυτά τα κομμάτια που ανέφερες τα έχουμε συνηθίσει με ένα πολύ συγκεκριμένο άκουσμα. Π. χ. το «Καίγομαι» είναι ένα βαρύ ρεμπέτικο το οποίο στηρίζεται σε μία μόνο συγχορδία. Η πρόκληση για εμένα ήταν να το εμπλουτίσω αρμονικά χωρίς να αλλάξω τη μελωδία του και απο ρεμπέτικο να το κάνω κλασική μουσική. Οι αγαπημένοι μου ήχοι είναι αυτοί της μεγάλης ορχήστρας, αλλά σε συνδυασμό με ηλεκτρονικούς και συνθετικούς ήχους.
Από τις δημιουργίες σου, μπορώ να πω, μου τράβηξε πολύ το ενδιαφέρον η επιλογή σου Participe Passé / Participe Passe 2. Μίλησέ μας λίγο γι’ αυτό…
Αυτό είναι ένα βίντεο απο ένα διαγωνισμό film music που συμμετείχα. Στο συγκεκριμένο μάλιστα δεν μπορούσα να κατασταλάξω στο αν το πρωτο θέμα με ικανοποιούσε και γι’ αυτόν το λόγο έφτιαξα και το δεύτερο θέμα.
«Ανακατασκευάζω διάσημα κομμάτια», είναι ένα ρίσκο αυτό για σένα; Πιστεύεις ότι μπορεί εύκολα κάποιος να περάσει τα όρια του «παραδοσιακού» ακούσματος χωρίς να το «προδώσει»;
Είναι υποκειμενική η απάντηση στην ερωτησή σου. Αυτό που μπορώ να πω για να είναι ότι ο δικός μου στόχος είναι να τιμήσω το κάθε κομμάτι που διασκευάζω. Ο στόχος μου δεν είναι να το κάνω επιτυχία και να κινηθώ με όρους εμπορικούς. Ο στόχος μου είναι, όπως είπα και πιο πριν, η άλλη οπτική γωνιά.
Το άκουσμα των μουσικών σου συνθέσεων φέρνει στο μυαλό έντονες εικόνες, ίσως εικόνες αρχαιοελληνικών μαχών, πομπώδη τοπία του φυσικού περιβάλλοντος ή θρησκευτικές δεήσεις… Δημιουργούνται στο μυαλό σου εικόνες όταν «ονειρεύεσαι» μία νέα σύνθεση;
Πάντα είχα μια κινηματογραφική αίσθηση στη μουσική μου. Η εικόνα κι ο ήχος λειτουργούν αμφίδρομα. Πολλές φορές η εικόνα μού φέρνει τους ήχους στο μυαλό, κι άλλες αντίστροφα.
Ποια είναι για σένα η κεντρική πηγή έμπνευσης;
Η ζωή, ένα γεγονός, μια εικόνα, ένα συναίσθημα και βέβαια η Σοφία, που είναι ο άνθρωπος που μου χάρισε ισορροπία στη ζωη μου.
Οι συνθέσεις του Constantine έχουν μέσα τους λίγο ή περισσότερο ‘Κώστα Χριστοδούλου’; Θέλω να πω, πώς βλέπεις τον εαυτό σου μέσα από τα έργα σου;
Ο Constantine είναι ο Κώστας Χριστοδούλου. Αισθάνομαι μια δυναμική κατάσταση καθώς περνάει ο χρόνος. Χαίρομαι που και οι δύο, Constantine και Κώστας, συνεχίζουν να εξελίσσονται.
Ποιες είναι οι επιρροές που έχεις δεχθεί και θεωρείς ότι έχουν σημαντικό αντίκτυπο στις δημιουργίες σου;
Νομίζω ότι οι επιρροές μου είναι από πολλά μουσικά είδη. Από τα ρεμπέτικα, που είναι η αγαπημένη μουσική του πατέρα μου, μέχρι την τζαζ και την κλασική μουσική… Σίγουρα λειτουργούν κάτω από τις δημιουργίες μου.
Και φυσικά να μιλήσουμε για το νέο project, Traces of Life με την συντροφιά της ποιήτριας Παυλίνας Φερφέλη. Μίλησέ μας γι’ αυτό…
Είναι αποτέλεσμα άλλης μιας αναζήτησης μου. Ακριβώς επειδή η μουσική μου δημιουργεί εικόνες ή και σκέψεις, πρότεινα στην Παυλίνα να πειραματιστούμε είτε εκείνη δημιουργώντας ποίηση πάνω στη μουσική μου είτε εγώ φτιάχνοντας μουσική πάνω στην ποίησή της. Θα δούμε η πορεία αυτή που θα μας βγάλει…
Ολοκληρώνοντας αυτήν την όμορφη κουβέντα, ήθελα να σου πω ότι στο ART.harbour έχουμε την παράδοση να κλείνουμε με την “playlist” του κάθε καλλιτέχνη. Θα σου αναφέρω, λοιπόν, ορισμένα ονόματα και θα ήθελα να μου πεις το κομμάτι που σου έρχεται στο μυαλό…
Vivaldi: ο Χειμώνας απο τις 4 εποχές
Ennio Morricone: Le vent le cri
Μάνος Χατζηδάκις: απο το Χαμόγελο της Τζοκόντας, το Κονσέρτο
Ευανθία Ρεμπούτσικα: ο Σταθμός από την Πολίτικη Κουζίνα
Σταύρος Ξαρχάκος: ο Χορός του Σάκαινα
Ryuichi Sakamoto: Merry Christmas Mr. Laurens
Ελένη Καραΐνδρου: Μια αιωνιότητα και μια μέρα
Αγαπημένο Soundtrack ταινίας: The Mission, Ennio Morricone
Ευχαριστώ πολύ τον Κώστα Χριστοδούλου που ήταν μαζί μας στο ART.harbour.
Του ευχόμαστε Κάθε επιτυχία!
Απολαύστε τις δημιουργίες του Constantine – Κώστα Χριστοδούλου εδώ: