Bιβλίο: αρχαιοελληνικά βιβλίον, προέρχεται από το βυβλίον, με προληπτική αφομοίωση του -υ- σε -ι-, και αυτό από το βύβλος, από το όνομα της φοινικικής πόλης Βύβλου, από όπου εισαγόταν ο κατεργασμένος πάπυρος. Το ίδιο το Βύβλος είναι σημιτικής προέλευσης (πρβλ. εβραϊκό Gēbăl «περιοχή, σύνορο»), και το αρχικό Β-, αντί του αναμενόμενου Γ-, ίσως οφείλεται σε αφομοίωση.
Στα ιταλικά, η λέξη libro «βιβλίο» προέρχεται από το λατινικό liber, που σήμαινε αρχικά «φλοιός (δέντρου)» αλλά κατέληξε με τρόπο ανάλογο του ελληνικού βύβλος να σημαίνει «λογοτεχνικό έργο». Στην αγγλική γλώσσα, η λέξη book «βιβλίο» προέρχεται από το παλαιοαγγλικό bōc, από τη γερμανική ρίζα *bōk-, από όπου και beech «οξιά». Σχετικό με την οξιά είναι το σλαβικό буква (μπούκβα) «γράμμα (αλφαβήτου)».Το λατινικό codex/codice, με τη σημερινή έννοια «βιβλίο» (βλ. Κώδικας), σήμαινε αρχικά «κομμάτι ξύλο».
Ημέρα 11η: The Bookshop, Isabel Coixet ~ 2017
Θερινή νυχτερινή προβολή
Η Ισπανίδα σκηνοθέτις Isabel Coixet έχοντας στο ενεργητικό της από το 1984 μέχρι σήμερα μία σειρά αρκετά καλών, κυρίως δραματικών, ταινιών, όπως τα Cosas que nunca te dije (1996), My Life Without Me (2003) και The Secret Life of Words (2006) αυτή τη φορά καταπιάνεται με τη νουβέλα της Penelope Fitzgerald The Bookshop και μας χαρίζει το ομώνυμο έργο 1ώρας και 53λεπτών. Η ταινία είναι του 2017, αλλά ήρθε στους ελληνικούς κινηματογράφους με τίτλο Το Βιβλιοπωλείο της Κυρίας Γκριν μόλις πριν λίγες ημέρες, στις 19 Ιουλίου 2018. Οι θερινοί κινηματογράφοι της πόλης την έχουν ήδη εντάξει στα προγράμματά τους μεταξύ άλλων, και κάπως έτσι Δευτέρα βράδυ βρέθηκα στο Σινέ Κήπος στο Μοσχάτο για τη νυχτερινή προβολή της του The Bookshop.
ΠΛΟΚΗ
Η υπόθεση του έργου είναι σχετικά απλή – όπως εκτυλίσσεται και η πλοκή της ταινίας – χωρίς επιπλοκές ή άλλα μπερδέματα. Σε μία μικρή πόλη της Αγγλίας του ’59, το Hardbourough, Suffolk, η Florence Green (Emily Mortimer) έχοντας χάσει τον άντρα της εγκαθίσταται εκεί στην προσπάθειά της να ξανά χτίσει τη ζωή της και να βρει αυτό το “κάτι” που θα την κάνει να ξεκινήσει να ζει! Ενάντια σε όλες τις αντίξοες συνθήκες η Florence ανοίγει το ολοδικό της μοναδικό Βιβλιοπωλείο της πόλης! Η αρχική ερώτηση “Μα ποιος θα αγοράσει βιβλία σε αυτήν την πόλη;” απαντάται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στα ξύλινα πατώματα του Παλιού Σπιτιού – και τώρα The Old House Bookshop – τα ξύλινα ράφια, τις σελίδες των βιβλίων. Ένα όνειρο που γίνεται πραγματικότητα σε μία κοινωνία που κατατρώει τα θεμέλια των ονείρων κάθε πρωτοπόρου.
Στην πορεία της βρίσκει συμμάχους, όπως τον ιντελεκτουέλ Edmund Brundish (Bill Nighy) και τη μικρή βοηθό της Christine (Honor Kneafsey), αλλά και αντιπάλους όπως την υψηλού κοινωνικού στάτους Violet Gamart (Patricia Clarkson). Ενώ, διάσημοι τίτλοι βιβλίων ξεπηδούν στα ράφια, με το Βιβλιοπωλείο της, παρέα με τον Vladimir Nabokov, προσπαθεί να αφυπνίσει μία κοινωνία που φαίνεται να βαλτώνει.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ & TRIVIA
Διάβασα τόσες αρνητικές κριτικές (ειδικά στην Ελλάδα από τους διάσημους κριτικούς μας), αλλά και στο εξωτερικό που καταλήγουν να μην προτείνουν τη συγκεκριμένη ταινία για προβολή και ομολογώ πως θλίβομαι βαθιά. Ο λόγος που ξεκινώ κάπως έτσι τον σχολιασμό της συγκεκριμένης ταινίας είναι ένας, και είναι τόσο απλός όσο το μήνυμα που περνά αυτό το ταινιάκι· μα πώς μπορεί κάποιος να απορρίψει μία ταινία αφιερωμένη στην αγάπη για τα βιβλία και τη μάχη για αυτό που αγαπάς;
Ας πούμε, λοιπόν, με μια φράση ότι αυτό ακριβώς είναι ολόκληρη η ταινία: η αγάπη για τα βιβλία και η αφοσίωση ενός ανθρώπου στο όνειρό του. Δε χρειάζεται φυσικά να αναλύσω περαιτέρω γιατί είναι εξαιρετικά αναγκαίο να προωθούμε σε κάθε περίπτωση ταινίες που εκθειάζουν την αγάπη για τη λογοτεχνία. Σε μία εποχή που κυριαρχούν οι kardashians, αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν να παραγκωνίζεται κάθε τι που προωθεί το βιβλίο και την επανάσταση μέσα από τις χάρτινες σελίδες! Συνεπώς, έχετε ήδη καταλάβει ότι σας προτρέπω να πάρετε από το χέρι τον σινεφίλ σύντροφό σας και να σπεύσετε.
Εκτός από την προφανή αναφορά στα βιβλία, το The Bookshop πραγματεύεται αρετές και αξίες που τείνουν να εκλείψουν, όπως η ανιδιοτέλεια, η καλοσύνη, η ευγένεια, το φιλότιμο, η αφοσίωση και η πίστη σε έναν σκοπό, η ενσυναίσθηση και η συμπόνια. Μα περισσότερο απ’ όλα, το Βιβλιοπωλείο της Κυρίας Γκριν εκθειάζει την παιδεία και το πόσο πολύ μπορεί να αλλάξει και να εξελιχθεί ο άνθρωπος που διαβάζει.
Η ιστορία, όχι μόνο της ίδιας της Florence Green, που αποτελεί πρότυπο ανθρώπου σε μία κοινωνία που έχει χάσει τις αρετές και τις αξίες της και καθοδηγείται τυφλά από τα συμφέροντα, τη δόξα και το χρήμα, αλλά κυρίως της μικρής βοηθού της, Christine, ενός έξυπνου παιδιού που μεγαλώνει σε μια τέτοια κοινωνία και αρνείται πεισματικά να διαβάσει, όμως η επαφή με τον κόσμο της λογοτεχνίας μέσω της καλοσυνάτης – στον ρόλο της δασκάλας θα μπορούσαμε να πούμε – Florence την επηρεάζει, σμιλεύει την οπτική της για τον κόσμο, τη συμπεριφορά της απέναντι στο καλό και το κακό, την αδικία και τη δικαιοσύνη. Η Christine σημαδεύεται από το βιβλιοπωλείο και από την ίδια την προσωπικότητα της Κυρίας Γκριν, που της μαθαίνει να εκτιμά, να θαυμάζει, να μαθαίνει· για το μικρό κορίτσι η παρουσία της Florence στη ζωή της ως μέντοράς της τής δίνει την ώθηση να δει πέρα από τη σάπια αυτή στενόμυαλη κοινωνία και να ανοίξει τα δικά της φτερά για το όνειρο. Τι πιο μαγικό από αυτό!
Ως πρώτος συμβολισμός του έργου, συνεπώς, ξεπηδά μέσα από τις σελίδες των βιβλίων και την προσωπικότητα ενός καλοσυνάτου ανθρώπου που αγαπά το διάβασμα και ενθαρρύνει τη μελέτη, η Παιδεία· η Παιδεία ανοίγει τον δρόμο για το όνειρο, για μια πραγματικότητα που σε κάνει να ευτυχείς μέσα σε μία ευτυχισμένη κοινωνία.
Ποτέ δε νιώθεις μόνος σε ένα βιβλιοπωλείο!
Φυσικά, πως μπορεί κανείς να παραλείψει το μήνυμα του έργου για το θάρρος και την πίστη σε έναν σκοπό, σε ένα όνειρο. Μέσα από τη θαρραλέα, αλλά σεμνή, συμπεριφορά της Florence και την προσπάθειά της να προστατέψει το όνειρο της, το κατόρθωμά της και τις αξίες της γνωρίζουμε την ανθρώπινη θέληση και τη σημασία να στέκεσαι ισχυρός με δύναμη ψυχής απέναντι σε όσα και όσους σε πολεμούν μέχρι το τέλος. Ακόμη, μέσα από τη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ της γλυκιάς Florence και του πιο αυστηρού – τουλάχιστον φαινομενικά – κυρίου Edmund Brundish προβάλλεται η συντροφικότητα, η καλοσύνη, η αλληλεγγύη και η ανάγκη για συμβίωση μέσα σε μία κοινωνία – προφανώς εδώ η μικρή αυτή κοινότητα/ελίτ πολιτικών συμφερόντων της επαρχιακής πόλης της Αγγλίας αντιπροσωπεύει σε ένα ευρύτερο επίπεδο το σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο.
Προχωρώντας στα πιο πρακτικά θέματα μιας ταινίας, η σκηνοθεσία της Coixet είναι σχετικά αργή, νωχελική, με όμορφα πλάνα στην Αγγλική ύπαιθρο, ενώ η κάμερα ακολουθεί συχνά τους χαρακτήρες στους μοναχικούς τους περιπάτους. Το αργό της σκηνοθεσίας και της πλοκής του έργου ήταν κάτι που ενόχλησε τους περισσότερους, ωστόσο θεωρώ ότι αυτός ο συγκεκριμένος ρυθμός σκηνοθεσίας ήταν ακριβώς ό,τι χρειαζόταν για να μεταδοθεί ο παλμός της πόλης και της ιστορίας. Η ζωή της Florence δεν είναι περιπετειώδης, μετά τον χαμό του άντρα της δεν αποζητά να ερωτευτεί, να εξερευνήσει, να ζήσει με ένταση, αυτό που ζητά το βρίσκει μέσα στα βιβλία της – που είναι ένας σύνδεσμος με την προηγούμενη ευτυχία της/ ανάμνηση του άντρα της που, όπως αναφέρει, της διάβαζε αποσπάσματα βιβλίων, κάτι που λάτρευε. Η πορεία της Κυρίας Γκριν και η διαχείριση του βιβλιοπωλείου της, λοιπόν, που αποτελεί και τον κεντρικό άξονα της ιστορίας, δεν είναι παρά μία ήσυχη διαδρομή, με ισορροπία και γαλήνη που η πρωταγωνίστρια πασχίζει να διατηρήσει με νύχια και με δόντια. Προσπαθώντας να μην κάνω spoilers, ας πούμε ότι στα σημεία όπου αυτή η γαλήνη διαταράσσεται ανεπιστρεπτί ο ρυθμός της σκηνοθεσίας αλλάζει, οι σκηνές τρέχουν, και οι πρωταγωνιστές ακολουθούν τη δράση. Ακόμη και σ’ αυτήν την περίπτωση, όμως, το στυλ της Coixet παραμένει μοναδικό και αναλλοίωτο.
Συνδυαστικά με την ντελικάτη φωτογραφία της ταινίας και τα πλάνα της Αγγλικής εξοχής μεταδίδεται άψογα το κλίμα της μικρής κλειστής μεγαλοπιασμένης κοινωνίας της παλιάς Βρετανίας.
Ερχόμενοι στο cast, μπορώ να πω ότι βλέποντας στα πρώτα πλάνα τρεις πολύ αγαπημένους μου ηθοποιούς: Nighy, Clarkson & Mortimer ήμουν σίγουρη ότι η επιτυχία σ’ αυτό το κομμάτι θα ήταν δεδομένη· με πρώτο τον υπέροχο Βρετανό Bill Nighy ως Edmund Brundish, που τον έχουμε αγαπήσει επίσης στο Love Actually, το About Time και σε πολλές ακόμη επιτυχημένες παραγωγές. Ο Nighy υποδύεται έναν απομονωμένο άντρα, που λατρεύει τα βιβλία, απεχθάνεται τις μικρότητες των ανθρώπων της πόλης του, και ξανά ζωντανεύει με τη συντροφιά της αξιαγάπητης Florence. Παρατηρώντας τον τρόπο που βαδίζει μέχρι τον τρόπο που κρατά το βιβλίο που διαβάζει, ο Nighy είναι εξαιρετικά πειστικός στον ρόλο του. Από την άλλη, η ψυχρότητα και η φιλοδοξία της Violet Gamart δε θα μπορούσε να περάσει καλύτερα στην οθόνη από τις κινήσεις, το ύφος και τη στάση της Patricia Clarkson. Η Αμερικανίδα ηθοποιός έχει παίξει σε πολλές ταινίες και ακόμη περισσότερες σειρές. Η παρουσία της στην τελευταία σίζον του House of Cards, στα Whatever Works, Vicky Christina Barcelona, The Maze Runner κ.α. ήταν πάντοτε πολύ καλή· έτσι ακριβώς και στο The Bookshop. Η πρωταγωνίστρια Emily Mortimer ως Κυρίας Γκριν παίζει θαυμάσια τον ρόλο της καλής και αφοσιωμένης Florence, πιστής στην αγάπη, με δύναμη για ζωή. Οι δύο τελευταίες ηθοποιοί μάλιστα – Clarkson & Mortimer – έχουν συνεργαστεί επίσης στις ταινίες Shutter Island (2010), Lars and the Real Girl (2007), και The Party (2017)
Όπως αναφέρθηκε ήδη, η ταινία είναι βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Penelope Fitzgerald –αντίτυπο του βιβλίου εμφανίζεται μάλιστα στην ταινία. Το The Bookshop μεταξύ άλλων κέρδισε δύο βραβεία για την καλύτερη μεταφορά βιβλίου σε σενάριο. Πιο συγκεκριμένα, το έργο της Isabel Coixet – η οποία είναι και σκηνοθέτις και σεναριογράφος της ταινίας – κέρδισε 3 βραβεία Goya από τις 12 υποψηφιότητες που είχε (Best Film, Best Director, & Best Adapted Screenplay), για το σενάριο κέρδισε επίσης στο Frankfurt Book Fair το βραβείο Best International Literary Adaptation 2017. Η ταινία κέρδισε ακόμη 2 βραβεία Gaudí, Best Artistic Direction & Best Original Score. Το Soundtrack της ταινίας είναι πραγματικά υπέροχο και το συνέθεσε ο Alfonso de Vilallonga.
Αξίζει να αναφερθούν τα 3 εκείνα βιβλία που έχουν περίοπτη θέση στην ταινία:
– Το βιβλίο Fahrenheit 451 του Ray Bradbury (1953), που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς πραγματεύεται μία φουτουριστική αμερικάνικη κοινωνία στην οποία τα βιβλία έχουν απαγορευθεί και οι πυροσβέστες καλούνται να κάψουν όποιο βιβλίο βρουν
– Το A High Wind in Jamaica του Richard Arthur Warren Hughes (1929), όπου εξιστορείται η πορεία 5 παιδιών στην Τζαμάικα που κάνουν την πρώτη τους έξοδο από το σπίτι
– Η ανατρεπτική Lolita του Vladimir Nabokov (1955), όπου ένας μεσήλικας καθηγητής γίνεται εμμονικός και ερωτοτροπεί με μία 12χρονη κοπέλα της οποίας στη συνέχεια γίνεται πατριός.
Λίγο πριν τους τίτλους τέλους σημειώνεται ότι το έργο αφιερώνεται στον Άγγλο κριτικό τέχνης, συγγραφέα και καλλιτέχνη John Berger, που έφυγε από τη ζωή τον Ιανουάριο του 2017.
Γιατί να τη δεις;
Για τη σκηνή που η Florence λίγο πριν ανοίξει το βιβλιοπωλείο της, τακτοποιεί τα βιβλία στα νέα ράφια και σταματά για να ανοίξει και να μυρίσει την τελευταία παραλαβή που ήρθε. Μία κίνηση που κάθε βιβλιοφάγος έχει κάνει… Μία ταινία αφιερωμένη στα βιβλία, σίγουρα αξίζει να τη δεις!
Florence Green: While there’s life, there’s hope.
Edmund Brundish: God, what a horrifying thought.